κοντύλια

κοντύλια
η росчерк, штрих карандаша

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "κοντύλια" в других словарях:

  • κοντυλιά — και κονδυλιά, η γραμμή που γράφεται με κοντύλι. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοντύλι + κατάλ. ιά (πρβλ. μολυβ ιά, πινελ ιά)] …   Dictionary of Greek

  • κοντυλιά — η γραμμή που γράφει το κοντύλι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χρυσοκονδυλιά — η, ΝΜ, και χρυσοκοντυλιά, Ν 1. (στην μεταβυζαντινή αγιογραφία) διακόσμηση με χρυσό τών πτυχώσεων τών ενδυμάτων τών αγίων 2. διακόσμηση αρχαίων χειρογράφων με χρυσά γράμματα, ποικίλματα και μικρογραφίες 3. συνεκδ. χρυσό ποίκιλμα σε κώδικα ή σε… …   Dictionary of Greek

  • κονδύλια — η βλ. κοντύλια …   Dictionary of Greek

  • κοντυλοθήκη — και κονδυλοθήκη, η (Μ κονδυλοθήκη) θήκη για κοντύλια. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοντύλι + θήκη (< θήκη), πρβλ. δελτιο θήκη, ιματιο θήκη] …   Dictionary of Greek

  • πενιά — Μυθολογική προσωποποίηση της φτώχειας. Τη συναντάει κανείς αρχικά στη νήσο Άνδρο. Όταν ο Θεμιστοκλής έφτασε στην Άνδρο, ενώ καταδίωκε τα λείψανα του περσικού στόλου μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ζήτησε από τους Ανδρίους να του δώσουν χρήματα,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»